Σε αυτήν την κρίσιμη στιγμή που περνάει η Ελλάδα ο καθένας οφείλει να συμβάλλει ουσιαστικά, υπεύθυνα και δημιουργικά. Γνωρίζουμε καλά ότι θα απαιτηθούν ουσιαστικές διαρθρωτικές αλλαγές, βαθιές τομές για την ανόρθωση της οικονομίας. Αλλαγές που θα αφορούν την δημοσιονομική εξυγίανση , την ανάπτυξη, την πάταξη της φοροδιαφυγής, την στήριξη των εργασιακών σχέσεων αλλά και τις εγγυήσεις κατά της εργασιακής ανασφάλειας. Δεν είναι τυχαίο που σήμερα σε πάρα πολλές ομιλίες ακούμε ιδιαίτερα το θέμα της οικονομικής κρίσης, μας απασχολεί έντονα όλους μας.
Η κυβέρνηση φέρνει αυτό το νομοσχέδιο, γιατί πράγματι έχουν αλλάξει τα δεδομένα στον παγκόσμιο εργασιακό χάρτη. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας. Οι νέες μέθοδοι παραγωγής και παροχής υπηρεσιών συνοδεύτηκαν από την εμφάνιση των «ευέλικτων» μορφών απασχόλησης.
Στην Ελλάδα δεν είναι η χρήση τους αρκετά διαδεδομένη, μόλις το 5.8% του συνόλου των εργαζομένων αφορά αυτές οι ρυθμίσεις. Το υπάρχον νομικό πλαίσιο προστασίας τους κρίνεται ανεπαρκές, αφού είχε σχεδιαστεί για καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Η αφορμή για την αναθεώρησή δόθηκε από την στάση ορισμένων ασυνείδητων εργοδοτών. Χρησιμοποίησαν τις δυνατότητες που τους παρείχε ο νόμος, όχι για να καλύψουν τις ανάγκες της επιχείρησης τους, αλλά για να πλουτίσουν σε βάρος των εργαζομένων αλλά και σε βάρος των ευσυνείδητων συναδέλφων τους. Η ανασφάλεια που προκαλούν αυτές οι συμπεριφορές, πέραν του ότι τραυματίζει την κοινωνική συνοχή, επιδρά αρνητικά και στην απόδοση των εργαζομένων. Αυτό το γεγονός αποτελεί και τροχοπέδη στην ανάπτυξη της Ελλάδας.